Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 2ο)

Share this:

Σπύρος Σφενδουράκης

Καθηγητής Οικολογίας και Βιοποικιλότητας

Τμήμα Βιολογικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου

& Πρόεδρος Ομίλου Ανθρωπιστών Κύπρου

Αφού είδαμε το γιατί η εξελικτική θεωρία εξηγεί τη ζωή στη Γη και είναι μια πολύ στέρεη επιστημονική θεωρία, ας αρχίσουμε να εξετάζουμε κάποιες από τις πιο συχνές παρανοήσεις που γίνονται γι’ αυτή.

Η δαρβινική θεωρία έχει σήμερα ξεπεραστεί

Συχνά, ακόμα και κάποιοι εξελικτικοί βιολόγοι, λένε ότι η σύγχρονη εξελικτική βιολογία έχει ξεπεράσει τη δαρβινική θεωρία. Είναι, όμως, πράγματι έτσι; Θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε με τρόπο απλό, χωρίς να υπεισέλθουμε σε περίπλοκες επιστημολογικές συζητήσεις για το πού σταματά και πού αρχίζει μια θεωρία. Ο Δαρβίνος πρότεινε στην ουσία πέντε θεωρίες που δεν ήταν όλες πρωτότυπες:

1. Οι οργανισμοί εξελίσσονται. Το ότι οι οργανισμοί αλλάζουν στον χρόνο είχε γίνει αποδεκτό αρκετό καιρό πριν από τη δημοσίευση της Καταγωγής των Ειδών από τον Δαρβίνο. Ο Λαμάρκ, για παράδειγμα, είχε διατυπώσει μια επιστημονική θεωρία για την εξέλιξη των οργανισμών κάπου 50 χρόνια νωρίτερα, η οποία όμως αποδείχθηκε εσφαλμένη. Σε κάθε περίπτωση, όλοι οι επιστήμονες συμφωνούν ότι οι οργανισμοί εξελίσσονται. 

2. Οι οργανισμοί έχουν κοινή προέλευση. Ο Δαρβίνος ήταν ο πρώτος που έθεσε το ζήτημα με ξεκάθαρο τρόπο και, σήμερα, η κοινή προέλευση τεκμηριώνεται από τεράστιο πλήθος δεδομένων και αποτελεί αδιαμφισβήτητη θεωρία.

3. Τα είδη πολλαπλασιάζονται στον χρόνο. Ο Δαρβίνος ήταν και πάλι ο πρώτος που υποστήριξε ότι ένα είδος μπορεί να «γεννήσει» περισσότερα, κάτι που επίσης θεωρείται αδιαμφισβήτητο σήμερα, αφού όχι μόνο παρατηρούμε ενδείξεις υπέρ της δημιουργίας νέων ειδών αλλά έχουμε δημιουργήσει και νέα είδη με τον ίδιο μηχανισμό στο εργαστήριο! Υπάρχει μεγάλη συζήτηση για το τι είναι ένα είδος αλλά δεν αμφισβητείται ότι αυτά πολλαπλασιάζονται και εξαφανίζονται, όπως κι αν τα ορίσει κανείς.

4. Η εξέλιξη είναι βαθμιαία. Ο Δαρβίνος περιέγραψε την εξελικτική διαδικασία ως μια σταδιακή, αργή πορεία συσσώρευσης μικρών αλλαγών, στην προσπάθειά του να καταρρίψει διαδεδομένες αντιλήψεις της εποχής του σχετικά με απότομες αλλαγές μέσα από τερατογενέσεις κ.ά. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο ρυθμός της εξέλιξης μπορεί να διαφέρει πολύ από τη μια ομάδα οργανισμών στην άλλη και από τη μια γεωλογική περίοδο στην άλλη. Η, εν γένει, βαθμιαία φύση της εξελικτικής διεργασίας, όμως, δεν αμφισβητείται. Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις «απότομης» εμφάνισης νέων ειδών, όπως στις περιπτώσεις φυτών συνήθως, οπότε προκύπτουν νέες μορφές μέσα από πολλαπλασιασμό του γενετικού υλικού των γονέων. Οι περιπτώσεις αυτές, όμως, δεν αλλοιώνουν τη σταδιακή φύση της εξέλιξης, καθώς αποτελούν εξαιρέσεις. Προσοχή: η σταδιακή αλλαγή αφορά τον χρόνο όπως τον αντιλαμβανόμαστε. Στην κλίμακα του γεωλογικού χρόνου, όμως, όντως εμφανίζονται «απότομες» εξελικτικές αλλαγές, δηλαδή μεγάλες αλλαγές που εκδηλώνονται μέσα σε λίγες χιλιάδες χρόνια, αντί για τα εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια που χρειάζεται συνήθως. 

5. Ο μηχανισμός της εξέλιξης είναι η φυσική επιλογή. Η θεωρία της φυσικής επιλογής ήταν και η σημαντικότερη συνεισφορά του Δαρβίνου, αφού προσέφερε τον βασικό μηχανισμό της εξελικτικής αλλαγής. Η φυσική επιλογή δεν είναι παρά η διαφορετική αναπαραγωγική αποτελεσματικότητα των ατόμων βάσει χαρακτηριστικών τους που κληρονομούνται. Σήμερα ξέρουμε ότι είναι ένας καθολικός αλγόριθμος, δηλαδή μια διεργασία που εκδηλώνεται αναπόφευκτα σε κάθε σύστημα που χαρακτηρίζεται από ποικιλία, αλληλεπίδραση με το περιβάλλον του και δυνατότητα μεταβίβασης μέρους αυτής της ποικιλίας στην επόμενη «γενιά». Η εξελικτική θεωρία δεν υποστηρίζει ότι η φυσική επιλογή είναι η μοναδική εξελικτική διεργασία. Υποστηρίζει, όμως, ότι δεν είναι δυνατό να εμφανιστεί με άλλον τρόπο κάποια σύνθετη δομή που να απαντά σε προκλήσεις του περιβάλλοντος (αυτό που συχνά αποκαλούμε προσαρμογή). Μετά τον Δαρβίνο, ιδίως μέσα στον 20ο αιώνα, προστέθηκαν στο οπλοστάσιο της εξελικτικής βιολογίας και άλλες διεργασίες που εξαρτώνται κυρίως από τυχαίους παράγοντες και συμβαίνουν παράλληλα με τη φυσική επιλογή, μειώνοντας συχνά την αποτελεσματικότητά της. Στην πράξη, η εξελικτική πορεία ενός πληθυσμού είναι η συνισταμένη όλων αυτών των διεργασιών. Η φυσική επιλογή, όμως, παραμένει ο βασικός μηχανισμός παραγωγής νέων προσαρμογών, δηλαδή νέων δομών και λειτουργιών που προσφέρουν πλεονέκτημα στους οργανισμούς στο εκάστοτε περιβάλλον τους.

Βάσει όλων των παραπάνω, είναι σαφές ότι η δαρβινική θεωρία δεν έχει ξεπεραστεί. Έχει απλώς εμπλουτιστεί με πρόσθετες διεργασίες και με λεπτομερέστερους μηχανισμούς και στην ουσία της παραμένει όπως την περιέγραψε αρχικά ο Δαρβίνος. Έτσι, θα χρησιμοποιώ ισοδύναμα τους όρους δαρβινική και σύγχρονη εξελικτική θεωρία.

Εξελίσσονται περισσότερο τα άτομα που είναι πιο ευέλικτα στις αλλαγές;

Διαπιστώνω συχνά ότι πολλοί άνθρωποι περιμένουν να δουν εξελικτικές αλλαγές στη ζωή ενός οργανισμού. Ή, έστω, ότι εάν κάποιος οργανισμός βελτιώσει το σώμα ή άλλα χαρακτηριστικά του, και τα παιδιά του θα είναι κι αυτά βελτιωμένα. Όμως, όταν αναφερόμαστε στην εξέλιξη των οργανισμών, μιλάμε για αλλαγές που συμβαίνουν σε πληθυσμούς, όχι σε άτομα. Η παρανόηση αυτή γίνεται συχνότερα από όσους δεν έτυχε να διδαχθούν βιολογία, αν και όχι αποκλειστικά. Γνωρίζουμε σήμερα καλά ότι, παρά τις αλλαγές που συμβαίνουν στο σώμα μας όσο ζούμε, σημασία για την εξέλιξη έχουν μόνο όσα χαρακτηριστικά κληρονομούνται στους απογόνους μας. Δηλαδή, όσα είναι «γραμμένα» στο γενετικό μας υλικό. Όσες αλλαγές κι αν μας συμβούν εξαιτίας του τρόπου ζωής μας, εάν δεν βρίσκονται γραμμένες στο γενετικό μας υλικό, δεν θα περάσουν στις επόμενες γενιές. Και το γενετικό υλικό δεν γράφεται από το περιβάλλον. Θα πρέπει να συμβούν τυχαίες αλλαγές σε αυτό που να έχουν κάποια σημασία, διαφορετικά, όσο κι αν γυμναζόμαστε, τα παιδιά μας δεν θα γεννηθούν με ισχυρότερο μυικό σύστημα! Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις, στις οποίες το περιβάλλον όντως προκαλεί προσανατολισμένες αλλαγές («επιγενετικές») στο γενετικό υλικό, αλλά αυτές αναιρούνται εύκολα και δεν φαίνεται να έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη, οπότε ας τις αφήσουμε κατά μέρος σε αυτή τη συζήτηση. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να γίνει σαφές ότι η εξέλιξη αφορά ομάδες οργανισμών, πληθυσμούς, και όχι άτομα! 

Η εξέλιξη γίνεται «για το καλό του είδους»

Στα περισσότερα ντοκιμαντέρ που έβλεπα παιδί, δυστυχώς και σε πολλά σημερινά, ακουγόταν πολύ συχνά ότι «το [τάδε χαρακτηριστικό] έχει εξελιχθεί για το καλό [ή τη διαιώνιση] του είδους». Την πεποίθηση αυτή φαίνεται ότι την ασπάζονται οι περισσότεροι άνθρωποι που θαυμάζουν τη φύση. Τι μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο όμως; Κάθε τέτοια πρόταση περιέχει δύο σημαντικά σφάλματα και μια παρεξηγήσιμη έννοια. Το ένα σφάλμα είναι ότι αναφέρεται στο «είδος». Η φυσική επιλογή, όμως, δεν αφορά είδη αλλά πληθυσμούς ατόμων. Για την ακρίβεια, η εξέλιξη δρα σε μονάδες που αναπαράγονται, δηλαδή στο γενετικό μας υλικό, τα «γονίδια», και στα άτομα. Αυτά ξεδιαλέγονται ανάλογα με το αναπαραγωγικό αποτέλεσμα που έχουν. Έτσι, αλλάζει η σύσταση των πληθυσμών σε άτομα και γενετικά χαρακτηριστικά και αυτό είναι η εξέλιξη. 

Τα είδη είναι σύνολα πληθυσμών που μπορεί να πολλαπλασιάζονται ή να εξαφανίζονται, αλλά η εξέλιξη δεν τα «βλέπει» ως τέτοια. Σε λίγες περιπτώσεις, μόνον, μπορεί να αναπαράγονται ομάδες ατόμων και η επιλογή να γίνεται σε επίπεδο ομάδων (αποτελούμενων από συγγενικά άτομα ή όχι), αλλά και πάλι όχι σε επίπεδο είδους.

Το δεύτερο σφάλμα αφορά το «για», το οποίο υποδηλώνει σκοπιμότητα. Η εξέλιξη, όμως, είναι μια διαδικασία που απλώς συμβαίνει χωρίς να έχει σκοπό ή να στοχεύει σε κάποια μελλοντική πορεία ή κατάληξη. Το σφάλμα αυτό, η τελολογική αντίληψη της εξέλιξης, είναι πολύ παλιό και γίνεται και για άλλα φυσικά φαινόμενα. Φαίνεται ότι έχει να κάνει με τον τρόπο που αναπτύσσεται και λειτουργεί η σκέψη μας. Η ανάγκη μας να αναγνωρίζουμε σκοπό σε όσα συμβαίνουν γύρω μας, κατευθύνει τη σκέψη μας προς αυτή την κατεύθυνση. Αλλά η φύση δεν προχωρά έτσι. Δεν υπάρχει τρόπος να «δει» στο μέλλον, τουλάχιστον όχι πολύ μακριά. Το μόνο μέλλον που μπορεί να «δει» μια διεργασία όπως η φυσική επιλογή, είναι αυτό που αφορά περιοδικά φαινόμενα, όταν εκτυλίσσονται σε σύντομα χρονικά διαστήματα. Η έλευση του χειμώνα μετά το καλοκαίρι είναι μια καλή πιθανότητα που μπορεί να επηρεάσει την επιλογή, φυσικά μέσα από την πίεση που ασκεί στη ζωή ενός οργανισμού. Έτσι, αν αλλάξουν δραστικά οι καιρικές συνθήκες, πολλοί οργανισμοί δεν θα καταφέρουν να αντεπεξέλθουν και θα εξαφανιστούν. Ρωτήστε και τους δεινόσαυρους που είδαν τον αστεροειδή να πέφτει στη Γη λίγο πριν πεθάνουν…

Οι άνθρωποι είμαστε το μοναδικό είδος που καταφέραμε πρόσφατα να προβλέπουμε στο κάπως μακρινότερο μέλλον, αν και όχι με μεγάλη ακρίβεια ακόμα. Αλλά και πάλι, αυτή η δυνατότητα δεν έχει επηρεάσει την εξέλιξή μας.

Συχνά φταίμε κι εμείς οι εξελικτικοί βιολόγοι για την παρανόηση περί σκοπού. Όλοι έχουμε δει την εικόνα για την εξέλιξη του ανθρώπου, στην οποία απεικονίζεται αρχικά ένα ζώο που μοιάζει με χιμπαντζή και σταδιακά αντικαθίσταται από άλλο, μέχρι και τον σύγχρονο άνθρωπο. Η απεικόνιση αυτή είναι εσφαλμένη. Η εικόνα της πραγματικής εξελικτικής πορείας θα έμοιαζε περισσότερο με θάμνο. Εμφανίστηκαν κι εξαφανίστηκαν πολλές μορφές προγονικών ανθρώπων, με διάφορους συνδυασμούς χαρακτηριστικών. Εκ των υστέρων, φαίνεται σαν όλες να οδηγούσαν στο σήμερα, λες και η πορεία ήταν προκαθορισμένη. 

Το «σήμερα», βέβαια, δεν είναι παρά μια στιγμή στην πορεία του χρόνου. Και πολλές μορφές εξαφανίστηκαν επειδή άλλαξε το περιβάλλον τους. Κάποιες, πιο πρόσφατες, επειδή τις εξαφανίσαμε εμείς οι ίδιοι! Μπορεί να μην είναι ευχάριστη ή παρηγορητική η σκέψη, αλλά δεν υπάρχει ούτε σκοπός ούτε προκαθορισμένη πορεία στην εξέλιξη. Αν δεν είχε πέσει εκείνος ο αστεροειδής πριν από 65 εκατομμύρια χρόνια, το πιθανότερο είναι πως ούτε καν θα υπήρχαμε σήμερα.

Τέλος, η προβληματική έννοια που ανέφερα νωρίτερα είναι το «καλό». Στην εξέλιξη, δεν υπάρχει καλό και κακό με τη συνήθη έννοια που δίνουμε στα πράγματα. Υπάρχουν απλώς χαρακτηριστικά (δομές, όργανα, συμπεριφορές) που επικρατούν σε έναν πληθυσμό επειδή προσφέρουν πλεονέκτημα στην επιβίωση και την αναπαραγωγή των ατόμων που τα φέρουν. Η βρεφοκτονία στα αρσενικά λιοντάρια είναι, υπό αυτή την έννοια, «καλή», ενώ δεν ισχύει το ίδιο στα αρσενικά των ανθρώπων ή κάποιων άλλων ειδών με διαφορετική κοινωνική δομή ή/και συμπεριφορά.

Η δαρβινική θεωρία μπορεί να εξηγεί μικρές αλλαγές μέσα στους πληθυσμούς αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει την εμφάνιση νέων ειδών και χαρακτηριστικών

Η δαρβινική θεωρία μας έχει δώσει τον βασικό μηχανισμό της εξέλιξης. Κάποιοι, όμως, λένε ότι δεν έχει καταφέρει να εξηγήσει την εμφάνιση νέων ειδών (ειδογένεση) και νέων χαρακτηριστικών. Όσοι υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, συνήθως αποδέχονται τις εξελικτικές μεταβολές που συμβαίνουν μέσα στους πληθυσμούς, δηλαδή τη διαρκή μεταβολή στις συχνότητες των γονιδίων και τις μικρές παραλλαγές από άτομο σε άτομο. Αμφισβητούν, όμως, ότι οι μεταβολές αυτές μπορούν να οδηγήσουν στην εξέλιξη νέων μορφών χωρίς να μεσολαβεί κάποια άλλη δύναμη.

Είναι αλήθεια ότι, μερικές φορές, οι εξελικτικοί βιολόγοι διακρίνουν δύο επίπεδα εξέλιξης, τη μικρο- και τη μακρο-εξέλιξη. Η πρώτη αφορά τις διεργασίες που αναφέραμε όσον αφορά την ποικιλομορφία ανάμεσα στα άτομα και μέσα στους πληθυσμούς. Η δεύτερη εστιάζει στα πρότυπα και τις διεργασίες που μελετάμε σε επίπεδο ευρύτερο από το είδος, όταν δηλαδή θέλουμε να εξηγήσουμε την εμφάνιση εντελώς νέων χαρακτηριστικών ή ειδών. Η μακρο-εξέλιξη, ας πούμε, αναζητά απαντήσεις για το εμφανίστηκε το φτέρωμα στα πτηνά, ή οι τρίχες στα θηλαστικά, το κέλυφος στα σαλιγκάρια κ.λπ. 

Είναι αυτά τα δύο επίπεδα ριζικά διαφορετικά μεταξύ τους; Χρειάζεται να επικαλεστούμε διαφορετικές διεργασίες για τη μακρο-εξέλιξη από εκείνες που συμβαίνουν στη μικρο-εξέλιξη; Η γενική απάντηση είναι όχι! Πρόκειται για άλλη μια παρανόηση. Όπως στη φυσική, για λόγους απλούστευσης, δεν χρειάζεται συνήθως να ανατρέξουμε στην κβαντομηχανική όταν μελετάμε μακροσκοπικά φαινόμενα, έτσι και στη βιολογία υπάρχουν διαδικασίες που μπορούμε να τις περιγράψουμε χωρίς να ανατρέχουμε διαρκώς στις μεταλλάξεις, τη φυσική επιλογή και τις άλλες διεργασίες που συμβαίνουν σε μοριακό επίπεδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι επικαλούμαστε νέες δυνάμεις. Απλώς τα ερωτήματα εστιάζονται σε γενικότερα πρότυπα. 

Πολύ απλά, όταν μελετάμε την ειδογένεση μας ενδιαφέρουν συνήθως φαινόμενα που έχουν σχέση με τη γεωγραφική ή/και την οικολογική απομόνωση των πληθυσμών, τον βαθμό αναπαραγωγικής απομόνωσης των πληθυσμών, την ταχύτητα διαφοροποίησής τους, το αν κάποιες ομάδες έχουν μεγαλύτερο ρυθμό παραγωγής ειδών από άλλες κ.λπ. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα φαινόμενα αυτά οφείλονται εντέλει σε διαφορετικές βασικές εξελικτικές διεργασίες από εκείνες της συσσώρευσης μεταλλάξεων και της δράσης της φυσικής επιλογής και των άλλων διεργασιών. Η γεωγραφική απομόνωση ενός πληθυσμού, για παράδειγμα, αποτελεί πολύ συνηθισμένη συνθήκη εμφάνισης νέου είδους και, στην ουσία, αυτό που προκαλεί είναι η συσσώρευση διαφορετικών μεταλλάξεων στον απομονωμένο πληθυσμό βάσει των γνωστών διεργασιών. Έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα οι διαφορές από τον πληθυσμό προέλευσης είναι τόσο πολλές που τα άτομα του ενός πληθυσμού δεν μπορούν να ζευγαρώσουν με εκείνα του άλλου, οπότε λέμε ότι δημιουργήθηκε νέο είδος. 

Το άλλο σκέλος της παρανόησης αφορά το πώς μπορεί να εμφανιστεί ένα νέο χαρακτηριστικό, αφού η επιλογή απλώς ξεδιαλέγει ανάμεσα σε παραλλαγές που ήδη υπάρχουν. Έχουμε πει ότι βασικός παράγοντας για τη δράση της επιλογής είναι η παρουσία ποικιλίας, η οποία παράγεται από νέες μεταλλάξεις. Κάποιες φορές, οι μεταλλάξεις αυτές αλλάζουν τον τρόπο που αναπτύσσεται μια δομή ή μια συμπεριφορά, και εφόσον η νέα εκδήλωση προσφέρει πλεονέκτημα, θα διατηρηθεί. Όλα τα χαρακτηριστικά των οργανισμών έχουν προκύψει από τροποποιήσεις προηγούμενων χαρακτηριστικών. Τέτοιες τροποποιήσεις μπορεί να γίνονται μέσα από μικρά βήματα ή μέσα από γρηγορότερο βηματισμό. Αυτό, συνήθως, συμβαίνει όταν μεταλλάσσονται ρυθμιστικές περιοχές του γενετικού υλικού, δηλαδή, όταν αλλάζουν οι κανόνες ανάγνωσης του γενετικού υλικού, οπότε από το ίδιο βασικό υλικό κατασκευάζεται κάτι νέο. Σκεφθείτε, ας πούμε, τα σχέδια και τα υλικά για το κτίσιμο μιας οικοδομής. Με τα ίδια υλικά μπορούμε να φτιάξουμε διαφορετικό κτήριο εάν κάνουμε αλλαγές στα σχέδια. Κάτι ανάλογο συμβαίνει μερικές φορές και στην εξέλιξη! Κάπως έτσι, για παράδειγμα, εξελίχθηκε το φτέρωμα των πουλιών από τις φολίδες των ερπετών. 

Η δαρβινική θεωρία μιλά για την εξέλιξη των οργανισμών αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει την εμφάνιση της ζωής

Εντάξει με την εξέλιξη και την ειδογένεση, αλλά μπορεί η δαρβινική θεωρία να μας πει κάτι για την εμφάνιση της ζωής; Ακόμα και πολλοί εξελικτικοί βιολόγοι υποστηρίζουν ότι αυτή περιγράφει «μόνο» πώς εξελίχθηκε η ζωή μετά την εμφάνισή της αλλά δεν μπορεί να εξηγήσει πώς δημιουργήθηκε. Από μια σκοπιά, έχουν δίκιο. Η φυσική επιλογή αλλά και οι άλλοι εξελικτικοί μηχανισμοί προϋποθέτουν την ύπαρξη ζωής. 

Πριν εξετάσουμε αν αυτή είναι η μοναδική προσέγγιση στο ερώτημα, να ξεκαθαρίσουμε ότι ακόμα κι αν η δαρβινική θεωρία δεν μπορεί να πει κάτι για την εμφάνιση της ζωής, αυτό δεν συνεπάγεται ότι δεν μπορεί να μας πει κάτι η βιολογία ή η επιστήμη εν γένει! Το πέρασμα από την ανόργανη στην έμβια ύλη είναι αντικείμενο σοβαρής επιστημονικής έρευνας και έχουν διατυπωθεί πολλές βάσιμες υποθέσεις για τις λεπτομέρειες των μηχανισμών που οδήγησαν στους πρώτους ζωντανούς οργανισμούς. Σήμερα, οι επιστήμονες που ασχολούνται με το ζήτημα συμφωνούν όσον αφορά τα γενικά στοιχεία της μετάβασης αυτής και διαθέτουν πολλά στοιχεία από τη χημεία και τη βιοχημεία που στηρίζουν τα πιο ρεαλιστικά σενάρια. 

Υπάρχει κάτι που στη συζήτηση αυτή, όμως, που δημιουργεί σοβαρές παρανοήσεις. Αυτό δεν είναι άλλο από τον ορισμό της ζωής. Έχοντας πλέον μάθει πολλά για τον έμβιο κόσμο, μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ότι κάτι είναι ζωντανό εάν μπορεί να διατηρεί σχετικά σταθερή τη μορφή και την κατάστασή του («ομοιόσταση»), να αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του («ερεθιστικότητα») και να παράγει αντίγραφα του εαυτού του («αναπαραγωγή»). Επίσης, η μόνη μορφή ζωής που ξέρουμε, έχει ως χημική βάση τις ενώσεις του άνθρακα. Άρα, αν θέλουμε να αποφύγουμε την κυκλικότητα στον συλλογισμό μας, μπορούμε απλουστευτικά να πούμε ότι ζωή είναι η μορφή οργάνωσης των χημικών ενώσεων του άνθρακα που διαθέτει τις παραπάνω ιδιότητες. 

Αντιθέτως, γνωρίζουμε ότι όλες οι υποθέσεις για την ύπαρξη κάποιας άυλης ζωτικής ουσίας, όπως η ζωτική δύναμη που υπέθετε ο Bergson, η ψυχή, το πνεύμα κ.λπ., που υποθέτουν οι περισσότεροι άνθρωποι από την αρχαιότητα έως σήμερα, δεν έχουν επιστημονική βάση! Το κατά πόσο μπορεί να υπάρξει οργάνωση της ύλης με τις ίδιες ιδιότητες αλλά με διαφορετική χημική σύσταση, παραμένει ανοικτό, αν και η χημεία δεν αφήνει πολλά περιθώρια για στοιχείο διαφορετικό από τον άνθρακα. Όπως και να ’χει, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ζωή δεν είναι κάτι άυλο, κάποια ιδιότητα που πρέπει να αποκτηθεί από την ύλη, αλλά ένας πολύ ιδιαίτερος τρόπος οργάνωσης των χημικών ενώσεων.

Ας επανέλθουμε στο ερώτημά μας. Οι πιο αξιόπιστες υποθέσεις για την εμφάνιση της ζωής, περιλαμβάνουν τη δράση του αλγορίθμου της φυσικής επιλογής από τα πρώτα-πρώτα στάδια της διαδικασίας, πριν καν διαμορφωθούν τα πρώτα κύτταρα. Η πορεία από απλές ανόργανες ενώσεις μέχρι την οργάνωση πιο σύνθετων χημικών διεργασιών που καταλήγουν στην αναπαραγωγή και στον σχηματισμό κυττάρων, απαιτεί την επιλεκτική «επιβίωση» των χημικών μονοπατιών που «απέδιδαν» καλύτερα. Δηλαδή, οι χημικές πορείες που έδιναν σταθερότερα αντίγραφα μορίων και έκαναν καλύτερη εκμετάλλευση των πηγών ενέργειας, διατηρήθηκαν, και το ίδιο συνέβη και με τα διάφορα πρωτο-κύτταρα, αφού μόνο όσα ήταν πιο αποτελεσματικά κατάφεραν να φτιάξουν ικανό αριθμό αντιγράφων τους ώστε να παραμείνουν. Χωρίς να μπούμε σε τεχνικές λεπτομέρειες, αρκεί να πούμε εδώ ότι η φυσική επιλογή, ο κεντρικός μηχανισμός της δαρβινικής θεωρίας, είναι άρρηκτα συνυφασμένη με την πορεία από την ανόργανη ύλη στη ζωή. Εάν μία από τις υποθέσεις αυτές αποδειχθεί αληθής, κάτι που είναι εξαιρετικά πιθανό, η φυσική επιλογή θα αποδειχθεί και αναγκαία για να υπάρξει ζωή. Άρα, ναι, η δαρβινική θεωρία είναι απαραίτητη και για την εμφάνιση της ζωής στη Γη.

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 1ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 3ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 4ο)