Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 3ο)

Share this:

Σπύρος Σφενδουράκης

Καθηγητής Οικολογίας και Βιοποικιλότητας

Τμήμα Βιολογικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου

& Πρόεδρος Ομίλου Ανθρωπιστών Κύπρου

Συνεχίζουμε την περιπλάνησή μας στις πιο συχνές παρανοήσεις για τη σύγχρονη θεωρία της εξέλιξης με μια ενότητα που αφορά τους μηχανισμούς της εξελικτικής διαδικασίας και τη δική μας θέση στο δέντρο της ζωής.

Πόσο τέλεια είναι τα αποτελέσματα της εξέλιξης!

Πολλοί αρχαίοι μελετητές της φύσης αλλά και πολλοί σύγχρονοι άνθρωποι θεωρούν ότι ο κόσμος μας είναι τέλεια φτιαγμένος. Άλλοι αποδίδουν αυτή την τελειότητα στη σοφία ενός Δημιουργού και άλλοι στη «σοφία» της φύσης. Δυστυχώς, όμως, για την υπέροχη αυτή εικόνα, η προσεκτική μελέτη των ζωντανών οργανισμών αποκαλύπτει ότι είναι απλώς μια πλάνη. Αν και όντως έχουμε πολλούς λόγους να θαυμάζουμε τις λεπτεπίλεπτα συνταιριασμένες σχέσεις ανάμεσα σε πολλούς οργανισμούς, είναι τόσες πολλές οι ατέλειες και τα παράδοξα σχεδιασμένα χαρακτηριστικά τους, που μόνο τέλεια δεν μπορεί κανείς να τα χαρακτηρίσει. 

Πόσο τέλεια, ή ακόμα κι απλώς λογική, είναι η ύπαρξη κοινής εισόδου για το πεπτικό και το αναπνευστικό μας σύστημα, κάτι που οδηγεί συχνά μέχρι και σε θάνατο από πνίξιμο καθώς τρώμε; Πόσο «σοφά σχεδιασμένη» είναι η έξοδος του ουροποιητικού συστήματος στους άνδρες που ταυτίζεται μ’ εκείνη του γεννητικού ή η έξοδος του απεκκριτικού συστήματος στις καραβίδες δίπλα από το στόμα τους; Οι «τέλειες αρπακτικές μηχανές», όπως οι λευκοί καρχαρίες, τα λιοντάρια κ.ά., συλλαμβάνουν  θηράματα σε λίγες μόνο από τις ενεργειακά δαπανηρές προσπάθειές τους. Τα κατσίκια που σκαρφαλώνουν σε κάθετα, σχεδόν, βράχια, έχουν αρκετά συχνά ατυχήματα από πτώσεις. Οι φρονιμίτες μας προκαλούν συχνά μολύνσεις και δεν υπάρχουν σε όλους τους ανθρώπους. 

Τα παραδείγματα είναι χιλιάδες και τα συναντάμε σε κάθε οργανισμό που μελετάμε από κοντά. Η αλήθεια είναι ότι η εξέλιξη δουλεύει με όποιο υλικό είναι διαθέσιμο κάθε στιγμή και η φυσική επιλογή δρα στα πραγματικά χαρακτηριστικά των οργανισμών που κουβαλούν την ιστορία μιας πολύ μακράς σειράς από προγόνους. Η κοινή είσοδος αναπνευστικού και πεπτικού, ας πούμε, στα σπονδυλόζωα (ψάρια, αμφίβια, ερπετά, πτηνά, θηλαστικά) ανάγεται στα προγονικά μας ψάρια που έπαιρναν το οξυγόνο από το νερό καθώς έμπαινε στο στόμα τους όσο κολυμπούσαν ή έτρωγαν, χωρίς σε αυτά να τίθεται ζήτημα «πνιγμού». 

Η εξέλιξη είναι μια διαδικασία «μαστορέματος» και όχι μια διαδικασία έξυπνου σχεδιασμού. Κάποια προβληματικά χαρακτηριστικά παραμένουν όσο το κόστος που επιφέρουν δεν επηρεάζει ή δεν είναι μεγαλύτερο από το όφελος που αποκομίζουν οι οργανισμοί σε αναπαραγωγική επιτυχία. Αν το κόστος αυξηθεί, όμως, η φυσική επιλογή, μέσα από τον εκκαθαριστικό κυρίως ρόλο της, θα απαλλάξει τους οργανισμούς από τις δυσλειτουργικές παραλλαγές. 

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε, επίσης, ότι η φυσική επιλογή δεν δρα σε χαρακτηριστικά που εκδηλώνονται μετά την αναπαραγωγή. Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που δεν έχουν εξαλειφθεί ένα σωρό προβληματικά χαρακτηριστικά, τα οποία εμφανίζονται σε μεγάλη ηλικία. Σημαντικός είναι, επίσης, κι ο ρόλος των σχεδιαστικών περιορισμών. Για παράδειγμα, υπάρχει ένα νεύρο στον λαιμό της καμηλοπάρδαλης, το οποίο ταξιδεύει από τη σιαγώνα μέχρι το κάτω μέρος του λαιμού της και ξανανεβαίνει για να φθάσει στον εγκέφαλο, αντί να ακολουθήσει τον πολύ πιο σύντομο δρόμο της ευθείας γραμμής.  Καθώς η φυσική επιλογή ευνοούσε μακρύτερους λαιμούς στη διάρκεια της εξέλιξης της σύγχρονης καμηλοπάρδαλης, δεν ήταν δυνατόν να «κοπεί» και να ξανασυνδεθεί το νεύρο πάνω από τους σπονδύλους του λαιμού για να φθάσει κατευθείαν στον εγκέφαλο!

Δεν είναι δυνατόν να εξελιχθούν τόσο πολύπλοκες δομές βάσει των τυχαίων διεργασιών που προβλέπει η εξελικτική θεωρία! 

Εντάξει, θα πουν κάποιοι. Μπορεί να μην είναι τέλειοι οι οργανισμοί αλλά είναι βέβαιο ότι είναι εξαιρετικά πολύπλοκοι. Ο εγκέφαλος του ανθρώπου, ας πούμε, περιέχει κάπου 100 δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα που μπορούν να δημιουργήσουν πάνω από 100 τρισεκατομμύρια συνδέσεις μεταξύ τους, σχηματίζοντας δίκτυα πληροφορίας και επεξεργασίας που παράγουν τη σκέψη, τη μνήμη, τις αυθόρμητες αντιδράσεις και ρυθμίζουν τις λειτουργίες του σώματος. Ακόμα κι ένα βακτήριο που αποτελείται από ένα μόνο κύτταρο, μάλιστα στην απλούστερη δυνατή μορφή του, περιέχει κάπου 20.000 μικρά οργανίδια μέσα στα οποία κατασκευάζονται πρωτεΐνες. Σε κάθε κύτταρο, από τα 37 τρισεκατομμύρια περίπου που έχει το ανθρώπινο σώμα, κάθε δευτερόλεπτο παράγονται κάπου 10 εκατομμύρια μόρια της «μηχανής» παραγωγής ενέργειας (ΑΤΡ). Η πολυπλοκότητα των ζωντανών οργανισμών, όντως προκαλεί ζάλη! Πώς είναι δυνατόν να φτιάχτηκαν τόσο πολύπλοκα όντα μέσα από τυχαίες διαδικασίες; 

Πρόκειται φυσικά, για μια από τις συνηθέστερες παρανοήσεις αφού η φυσική επιλογή, ο βασικός αλγόριθμος της εξέλιξης, δεν περιλαμβάνει τυχαίες διεργασίες! Ακριβώς το αντίθετο: πρόκειται για ντετερμινιστική διαδικασία που επιλέγει ανάμεσα στις παραλλαγές που εμφανίζουν οι οργανισμοί, μόνον όσες ταιριάζουν στις εκάστοτε συνθήκες. Συνήθως, εξαλείφει όσες δεν είναι βιώσιμες ή όσες έχουν μειωμένη δυνατότητα αναπαραγωγής, και λίγες μόνο φορές, οι οποίες όμως είναι και οι σημαντικότερες για την εμφάνιση νέων μορφών, επιλέγει παραλλαγές που τυχαίνει να έχουν υψηλότερη αναπαραγωγική δυνατότητα στις συνθήκες της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Οι τυχαίες διεργασίες που συμβαίνουν παράλληλα, μπορεί μεν να παρεμποδίσουν τη φυσική επιλογή αλλά κάποιες φορές αυτή είναι ισχυρότερη, επειδή η πίεση από το περιβάλλον είναι επίσης πολύ έντονη. Τότε, οι οργανισμοί αλλάζουν έτσι ώστε να προσαρμόζονται καλύτερα στο περιβάλλον. 

Συμβαίνει αυτό πάντοτε; Όχι. Όταν δεν συμβαίνει, οι οργανισμοί απλώς εξαφανίζονται! Κι αυτό συμβαίνει διαρκώς. Το 99% των οργανισμών που έχουν εμφανιστεί στη Γη από την αρχή της ζωής, έχουν εξαφανιστεί. Το σημαντικό είναι ότι η φυσική επιλογή δεν είναι καθόλου τυχαία. Αυτό που είναι τυχαίο είναι η εμφάνιση των παραλλαγών από τις οποίες θα επιλέξει. Δηλαδή, τυχαίες είναι οι μεταλλάξεις από τις οποίες η επιλογή ξεδιαλέγει όσες και εάν οδηγούν σε αυξημένη αναπαραγωγή. Η δύναμη αυτής της επιλογής, ακόμα κι όταν το ποσοστό της αυξημένης αναπαραγωγής είναι μικρό, αποδεικνύεται τεράστια. Υπάρχουν κάμποσες εφαρμογές στο διαδίκτυο που το δείχνουν. Ένα κλασικό παράδειγμα είναι η πρόταση από τον Άμλετ: Methinks it is like a weasel, την οποία εάν προσπαθήσει να την γράψει κανείς πατώντας πλήκτρα στην τύχη, θα χρειαστεί αστρονομικό αριθμό ωρών. Εάν όμως, κάθε γράμμα που τυχαίνει να βρίσκεται στη σωστή θέση διατηρείται σε κάθε νέα πληκτρολόγηση, τότε η φράση γράφεται μέσα σε πολύ λίγες επαναλήψεις!

Στην ουσία, η εμφάνιση πολύπλοκων δομών είναι απολύτως πιθανή, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τα τεράστια χρονικά διαστήματα που μεσολαβούν, τα οποία πρέπει να τα σκεφτόμαστε σε γενιές. Οι άνθρωποι έχουν μια γενιά κάθε 25 χρόνια περίπου, άρα, χονδρικά, 4 γενιές ανά αιώνα, δηλαδή 40 γενιές κάθε χίλια χρόνια. Μέσα σε λίγες χιλιάδες χρόνια από την επινόηση της κτηνοτροφίας, άλλαξε το γενετικό υλικό μεγάλου μέρους των ανθρώπων για να μπορούν να πίνουν γάλα ως ενήλικες. Μάλιστα, σήμερα θεωρούμε πρόβλημα τη δυσανεξία στη λακτόζη, ενώ ήταν η συνήθης κατάσταση για δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν από την κτηνοτροφία! Η αλλαγή έγινε μέσα σε 400 γενιές περίπου, χρόνος μικρός από εξελικτική σκοπιά. Φανταστείτε τι αλλαγές μπορούν να συμβούν μέσα σε χιλιάδες ή εκατομμύρια γενιές, όπως, ας πούμε, σε ένα ζώο που έχει μια γενιά τον χρόνο που στο ίδιο χρονικό διάστημα (περί τα 10.000 χρόνια) θα είχε 10.000 γενιές. Ή σε ένα βακτήριο που μπορεί να έχει αρκετές γενιές τη μέρα! 

Μα είναι μαθηματικά απίθανη η ταυτόχρονη εμφάνιση όλων των μεταλλάξεων που απαιτούνται για να λειτουργήσει μια πολύπλοκη δομή!

Ορισμένοι με κάποιες γνώσεις βιολογίας, πάλι, διατυπώνουν την αντίρρηση ότι η πιθανότητα να εμφανιστούν ταυτόχρονα όλες οι μεταλλάξεις που είναι αναγκαίες για να λειτουργήσει ένα περίπλοκο χαρακτηριστικό είναι σχεδόν μηδενική. Βέβαια, έχει επανειλημμένως δειχθεί ότι ακόμα και ελάχιστες βελτιώσεις ενός χαρακτηριστικού θα επιλέγονται έντονα, έτσι ώστε δεν είναι αναγκαία η ταυτόχρονη εμφάνιση διαφορετικών μεταλλάξεων. Τα περίπλοκα χαρακτηριστικά μπορούν να διαμορφώνονται βήμα-βήμα. Το μάτι των θηλαστικών, ας πούμε, θεωρήθηκε κάποτε σοβαρό παράδειγμα χαρακτηριστικού που δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει εάν δεν υπάρχει ολόκληρο. Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε ότι η εξέλιξη του ματιού προχώρησε μέσα από σταδιακές βελτιώσεις, κάθε μία από τις οποίες προσέφερε μικρό πλεονέκτημα στους οργανισμούς που την έφεραν. Πολλά από τα στάδια αυτά μάλιστα τα συναντάμε σήμερα σε οργανισμούς που ζουν γύρω μας! 

Η εξέλιξη ακόμα και των πιο περίπλοκων δομών, όπως ο εγκέφαλος του ανθρώπου, δεν προβληματίζει πλέον τους επιστήμονες. Υπάρχουν, βέβαια, και περιπτώσεις όπου ένα νέο χαρακτηριστικό όντως οφείλεται σε μικρό αριθμό ταυτόχρονων μεταλλάξεων, οι οποίες όμως είναι στατιστικά πιθανό να συμβούν, αν λάβουμε υπόψη τους πολύ μεγάλους πληθυσμούς που σχηματίζουν πολλοί οργανισμοί, όπως τα βακτήρια. Ξέρουμε, επίσης, ότι κάποια περίπλοκα χαρακτηριστικά καθορίζονται από ελάχιστα γονίδια, τα οποία απλώς ρυθμίζουν τον τρόπο ανάπτυξης. Έτσι, μια-δυο μικρές μεταλλάξεις σε τέτοια ρυθμιστικά γονίδια, έχουν συχνά μεγάλες συνέπειες στο τελικό αποτέλεσμα. Ως γενικό συμπέρασμα, η αντίρρηση της στατιστικής απιθανότητας οφείλεται κυρίως σε ατελή γνώση των μοριακών μηχανισμών της ανάπτυξης και των βασικών αρχών της εξέλιξης. 

Τελικά, καταγόμαστε από τους πιθήκους;

Η συνήθης απάντηση που δίνουν οι εξελικτικοί βιολόγοι στο ερώτημα αυτό είναι ότι ο άνθρωπος δεν κατάγεται από τους πιθήκους αλλά μοιράζεται με αυτούς κοινούς προγόνους. Η απάντηση αυτή είναι περισσότερο αποτέλεσμα της μακρόχρονης προσπάθειας εφησυχασμού των ανθρώπων που αισθάνονται άσχημα στην ιδέα της καταγωγής τους από τους πιθήκους παρά επιστημονικά ακριβής. Αν και η διατύπωση «από τους πιθήκους» υπονοεί ότι αναφερόμαστε μόνο στους σημερινούς πιθήκους, χιμπαντζήδες, γορίλες και ουραγκοτάγκους. Υπό αυτή την έννοια, ναι, είναι αλήθεια ότι δεν καταγόμαστε από τους πιθήκους που ζουν σήμερα. Όμως, και ο κοινός πρόγονος που μοιραζόμαστε με αυτούς ήταν πίθηκος! Όπως ήταν προβοσκιδωτά θηλαστικά και τα εξαφανισμένα μαμούθ, έτσι και οι εξαφανισμένοι πρόγονοι των σημερινών χιμπαντζήδων, ανθρώπων κ.λπ., ήταν επίσης πίθηκοι. 

Η επιστημονικά σωστή απάντηση στο ερώτημα, λοιπόν, πρέπει να είναι: ναι, καταγόμαστε από πιθήκους, όχι αυτούς που ζουν σήμερα, αλλά από πιθήκους που ήταν οι κοινοί πρόγονοί μας με αυτούς. Στην πραγματικότητα, είμαστε και εμείς πίθηκοι! Για την επιστήμη της βιολογίας, η εξελικτική γραμμή που οδήγησε σε εμάς περιλαμβάνεται στο ευρύτερο κλαδί που ονομάζεται Ανθρωπίδες και περιλαμβάνει τους ανθρώπους, τους μεγάλους πιθήκους και όλους τους προγόνους τους. Αυτό, με τη σειρά του, αποτελεί μέρος του ευρύτερου κλαδιού που ονομάζεται Πρωτεύοντα και περιλαμβάνει όλους τους σημερινούς και εξαφανισμένους πιθήκους. Το εξελικτικό κλαδί, όπως είπαμε, περιλαμβάνει και όλα τα είδη ανθρώπου που υπήρξαν πριν, αλλά και παράλληλα με το δικό μας, όπως οι Νεάντερνταλ, οι Ντενίσοβα κ.λπ., καθώς και τους άμεσους προγόνους μας, τους αυστραλοπιθήκους και τις άλλες μορφές που βρίσκουμε διαρκώς στα απολιθώματα. 

Η ταυτότητά μας ως πίθηκοι δεν πρέπει να οδηγεί σε αρνητικά συναισθήματα αλλά να μας κάνει να θαυμάζουμε ακόμα περισσότερο την πορεία που μας έφερε να διαφέρουμε τόσο πολύ από τους συγγενείς μας σε πολλά στοιχεία της συμπεριφοράς και της ανατομίας μας. Ναι, διαφέρουμε όντως αρκετά, αλλά ας μην δημιουργηθεί και άλλη παρανόηση! Κάθε είδος διαφέρει από όλα τα άλλα. Οι γορίλες, ας πούμε, διαφέρουν πάρα πολύ από τους χιμπαντζήδες, τόσο στη μορφή (π.χ., οι αρσενικοί γορίλες διαφέρουν πολύ σε μέγεθος από τους θηλυκούς ενώ οι χιμπαντζήδες όχι) όσο και στη συμπεριφορά (π.χ., οι γορίλες ζουν σε χαρέμια ενώ οι χιμπαντζήδες σε μεικτές ομάδες με ελεύθερες σεξουαλικές σχέσεις). Τα διάφορα είδη ανθρώπου που υπήρξαν παλαιότερα διέφεραν τόσο μεταξύ τους όσο και μ’ εμάς. Η δική μας μεγάλη διαφορά από όλα τα άλλα που γνωρίζουμε αφορά τις νοητικές μας ικανότητες και την συνακόλουθη ανάπτυξη πολιτισμού. Γλώσσα, αυτοσυνειδησία και τέχνη, είναι χαρακτηριστικά που δεν τα συναντάμε σε άλλα είδη, ίσως μόνον ως ψήγματα σε ελάχιστα ακόμη. Αλλά όλα αυτά δεν αλλάζουν το απλό βιολογικό γεγονός ότι είμαστε κι εμείς πίθηκοι.

Αν καταγόμαστε από πιθήκους, γιατί υπάρχουν ακόμα πίθηκοι;

Η προηγούμενη παρανόηση συνοδεύεται συχνά κι από μια ακόμα μεγαλύτερη: αν καταγόμαστε από πιθήκους, γιατί υπάρχουν ακόμα πίθηκοι; Άλλες φορές διατυπώνεται κάπως διαφορετικά: θα γίνουν κάποτε οι χιμπαντζήδες άνθρωποι; Η αντίληψη ότι υπάρχει μια «φυσική κλίμακα», μια προκαθορισμένη πορεία από «κατώτερα» προς «ανώτερα» είδη, ταλαιπωρεί τη σκέψη των ανθρώπων εδώ και αιώνες. Η εξελικτική θεωρία δίνει οριστικό τέλος σε αυτή την αντίληψη, καθώς μας δείχνει ότι η εξέλιξη των οργανισμών δεν ακολουθεί προκαθορισμένη πορεία αλλά άγεται και φέρεται από τις πιέσεις που ασκεί το εκάστοτε περιβάλλον στους διάφορους πληθυσμούς. Κάθε οργανισμός που ζει σήμερα, έχει πίσω του «ίση» εξελικτική ιστορία, αφού όλοι καταγόμαστε εντέλει από έναν κοινό πρόγονο. 

Το πώς έφθασαν οι άνθρωποι εδώ, είχε να κάνει με τις ιδιαίτερες συνθήκες που αντιμετώπισαν κάποιοι πληθυσμοί πιθήκων πριν από εκατομμύρια χρόνια, κάποιοι απόγονοι εκείνων πιο μετά, και ούτω καθεξής. Οι χιμπαντζήδες, από την άλλη, είχαν προγόνους που φαίνεται ότι συνέχισαν να ζουν μέσα στα τροπικά δάση και δεν μετακινήθηκαν στις σαβάνες. Αντιμετώπισαν άλλες περιβαλλοντικές πιέσεις και άλλαξαν με διαφορετικό τρόπο. Είναι απαραίτητο να επαναλαμβάνουμε διαρκώς ότι η εξέλιξη δεν είναι μια ευθεία γραμμή εναλλαγής του ενός είδους από το άλλο αλλά ένα πυκνό δέντρο με διακλαδώσεις και διαφορετικές πορείες. 

Έτσι, όχι, οι χιμπαντζήδες δεν θα γίνουν άνθρωποι, αφού βρίσκονται σε άλλο εξελικτικό κλαδί! Γενικά, πάντως, δεν υπάρχει τρόπος να προβλέψουμε πώς ακριβώς θα εξελιχθούν οι οργανισμοί. Ίσως, το μόνο που μπορούμε να πούμε με σχετική ασφάλεια είναι ότι δεν είναι πολύ πιθανό εμείς οι ίδιοι να επιτρέψουμε την εξέλιξη άλλων ειδών με νοημοσύνη αντίστοιχη με τη δική μας! Εδώ εξαφανίσαμε άλλα είδη ανθρώπων και πολεμάμε μεταξύ μας διαρκώς. Η μοναδική νοημοσύνη που είναι πιθανό να επιτρέψουμε είναι αυτή που κατασκευάζουμε οι ίδιοι, δικαιώνοντας με κάπως ειρωνικό τρόπο τους οπαδούς του «ευφυούς σχεδιασμού»: εμείς θα είμαστε πλέον η ευφυής δύναμη που σχεδιάζει την εξέλιξη. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. 

Γιατί δεν βρίσκουμε στα απολιθώματα «ενδιάμεσες μορφές», «ελλείποντες κρίκους»;

Σκεφθείτε ότι είστε μυρμήγκι στην κορφή ενός δένδρου. Αρχίζετε να κατεβαίνετε, περνώντας από το ένα κλαδί στο άλλο, μέχρι να φθάσετε στον κορμό. Καθώς περνάτε από το ένα κλαδάκι σ’ ένα μεγαλύτερο, αφήνετε πίσω σας τη διακλάδωση. Μα, πού ήταν το ενδιάμεσο κλαδί; Δεν θα έπρεπε να υπάρχει ένα κλαδί που συνδέει τα δύο; Το ερώτημα αυτό ακούγεται παράλογο, έτσι δεν είναι; Ε, αυτή είναι η συχνότερη αντίρρηση στην εξελικτική θεωρία! Αν τα είδη μοιράζονται κοινούς προγόνους, γιατί δεν βρίσκουμε ενδιάμεσες μορφές;

Ακόμα και κάποιοι εξελικτικοί βιολόγοι κάνουν, μερικές φορές, το λάθος να μιλούν για «μεταβατικές» μορφές, περισσότερο για να ικανοποιήσουν τους αμφισβητίες. Οι περισσότεροι θα πρέπει να έχετε ακούσει για το σημαντικότατο απολίθωμα της «αρχαιοπτέρυγας», τη «μεταβατική μορφή» από τους δεινόσαυρους στα πουλιά. Ή, για το περίφημο Tiktaalik, «ανάμεσα» στα ψάρια και τα τετράποδα αμφίβια. Όταν οι επιστήμονες μιλούν για «μεταβατικές» μορφές, όταν δεν πρόκειται για κίνηση τακτικής, εννοούν ότι ο οργανισμός που βρίσκουμε στα απολιθώματα διαθέτει ένα σύνολο από χαρακτηριστικά, κάποια από τα οποία εμφανίζονται σήμερα στη μια ομάδα οργανισμών και κάποια σε μια άλλη. 

Η αρχαιοπτέρυγα, ας πούμε, φέρει και φτερά και δόντια, καθώς και σκελετό ουράς. Φτερά σήμερα έχουν μόνο τα πτηνά, τα οποία όμως δεν φέρουν δόντια και σκελετό ουράς. Είναι, τότε, ενδιάμεση μορφή; Από μια στενή οπτική γωνία, ναι. Όμως, έχουμε βρει δεκάδες απολιθώματα και άλλων ειδών με άλλους συνδυασμούς αντίστοιχων χαρακτηριστικών, σε διαφορετικά στάδια της εξέλιξης των πτηνών και των δεινοσαύρων. Ποια είναι ενδιάμεσα ποιων; Η απάντηση που πρέπει να δώσουμε είναι ότι η εξέλιξη δεν περιλαμβάνει «ενδιάμεσες» μορφές. Υπάρχουν διακριτά είδη, καθένα με τα δικά του χαρακτηριστικά, κάποιοι πληθυσμοί των οποίων εξελίχθηκαν σε άλλα είδη, τα οποία με τη σειρά τους έδωσαν άλλα, και ούτω καθεξής, μέχρις ότου μερικές γενεαλογικές γραμμές έφθασαν στο σήμερα. 

Η αναζήτηση «χαμένων κρίκων» ίσως είχε κάποιο νόημα πολύ πιο παλιά, όταν είχαν βρεθεί ελάχιστα απολιθώματα και δεν διαθέταμε πληροφορίες από το γενετικό υλικό. Τότε, έμοιαζε να υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα σε είδη όπως ο άνθρωπος και ο χιμπαντζής. Όσο πιο καλά μελετούσαμε τη βιολογία των ειδών, όμως, κι όσο βρίσκαμε περισσότερα απολιθώματα, τόσο η απόσταση αυτή μειωνόταν. Η απόσταση ουσιαστικά χάθηκε όταν διαβάσαμε το γενετικό υλικό. Ο πλούτος των απολιθωμάτων της εξελικτικής πορείας του ανθρώπου, ας πούμε, είναι μεγάλος (τουλάχιστον συγκριτικά με άλλες ομάδες) και έχουν έρθει στο φως πολλά διαφορετικά είδη που εξελίχθηκαν στο παρελθόν. Αρκεί να ανοίξει κανείς ένα σχολικό βιβλίο ή να κάνει μια σύντομη αναζήτηση στο διαδίκτυο για να βρει τα διάφορα είδη Αυστραλοπίθηκου, Παράνθρωπου, Αρδιπίθηκου, Homo κ.λπ. Μπορεί τότε να διαλέξει όποιο τον ικανοποιεί περισσότερο ως «ενδιάμεσο». Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν «λείπει» κάποια μορφή που να αποτελεί ΤΟΝ ενδιάμεσο κρίκο! 

Προφανώς, πάντοτε θα λείπουν απολιθώματα από τη συντριπτική πλειονότητα των μορφών που υπήρξαν στο παρελθόν, αφού η διαδικασία της απολίθωσης είναι δύσκολη, συμβαίνει σπάνια και σε πολύ μικρό αριθμό ατόμων. Φανταστείτε, δηλαδή, έναν πληθυσμό πιθήκων που μόλις απομονώθηκε από τον μεγαλύτερο πληθυσμό του τελευταίου κοινού μας προγόνου με τους χιμπαντζήδες. Αυτός μπορεί να αποτελείτο από μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες άτομα που βρέθηκαν απομονωμένα από τα υπόλοιπα στην άκρη ενός δάσους. Η πιθανότητα να απολιθωθεί κάποιο από αυτά τα άτομα, τα οποία διέφεραν από τον αρχικό πληθυσμό σε ελάχιστα στοιχεία, ίσως σε κάποια γονίδια μόνο, είναι εξαιρετικά μικρή. Το ίδιο θα ισχύει και για τα άτομα του πληθυσμού έπειτα από μία, δύο ή τρεις γενιές, τα οποία έτσι κι αλλιώς θα διαφέρουν επίσης ελάχιστα περισσότερο, σε μερικά μόνο σημεία του γενετικού τους υλικού, κάτι που δεν διατηρείται καν στα απολιθώματα! Έπειτα από κάμποσες γενιές, ίσως ένα άτομο να παρασυρθεί από μια ξαφνική καταιγίδα σε μια ρηχή λιμνούλα με λασπόνερα και εκεί να θαφτεί βαθιά στη λάσπη χωρίς να έρχεται σε επαφή με το οξυγόνο της ατμόσφαιρας. Εάν, μέσα από μια διαδικασία που κρατά εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια χρόνια, τα μόρια στα οστά του αντικατασταθούν από ανόργανα μόρια, δημιουργώντας ένα απολίθωμα, υπάρχει κάποια μικρή πιθανότητα να το βρούμε σήμερα. Ας υποθέσουμε ότι κάποιες από τις ελάχιστες διαφορές του από τον κοινό πρόγονό μας με τους χιμπαντζήδες μπορούν να φανούν στο κομμάτι του σκελετού που θα βρούμε. Θα είναι τότε αυτό το άτομο «Ο» ενδιάμεσος κρίκος; Μα, φυσικά και όχι, αφού έχουν περάσει κάμποσες γενιές από άτομα ακόμα πιο «ενδιάμεσα», τα οποία απλώς δεν έτυχε να απολιθωθούν!  Για κάθε διαφορά ανάμεσα σε δύο χαρακτηριστικά, μπορούμε να φανταστούμε και μια ακόμα πιο ενδιάμεση μορφή (με την εξαίρεση κάποιων λίγων περιπτώσεων απότομης εμφάνισης νέων χαρακτηριστικών, στις οποίες δεν υπάρχουν ενδιάμεσες εξ ορισμού!). Απλώς δεν είναι δυνατόν να έχουμε ολόκληρη τη σειρά των απολιθωμάτων, από την πρώτη γενιά μέχρι την τελευταία, και μάλιστα μαζί με το γενετικό υλικό τους, το οποίο μπορεί να διατηρηθεί για μερικές χιλιάδες χρόνια στην καλύτερη περίπτωση, ώστε να μπορούσε να αποτυπωθεί κάθε μικρό βηματάκι της εξέλιξης. Το σπουδαίο είναι, όμως, ότι δεν χρειάζεται να έχουμε τέτοια εξαντλητική σειρά αφού τα στάδια της αλλαγής που όντως βρίσκουμε είναι αρκετά για να μας δώσουν πολύ καλή εικόνα της εξελικτικής πορείας. Έχουμε, σήμερα, αναπτύξει μεθόδους που μας βοηθούν να κατασκευάζουμε πολύ καλές υποθέσεις για την εξέλιξη χρησιμοποιώντας την αλληλουχία των «γραμμάτων» στο γενετικό υλικό των οργανισμών που ζουν σήμερα, σε συνδυασμό και με στοιχεία από τη μορφολογία, τα απολιθώματα κ.λπ. Αυτές οι μέθοδοι μας δίνουν εξελικτικά δέντρα, εξελικτικές υποθέσεις που μπορούμε να τις ελέγξουμε με πρόσθετα στοιχεία. Το εκπληκτικό είναι ότι, όσο περισσότερα τέτοια δέντρα φτιάχνουμε τόσο περισσότερο συγκλίνουν οι υποθέσεις για τις σχέσεις συγγένειας των οργανισμών.

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 1ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 2ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 4ο)