Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 4ο)

Share this:

Σπύρος Σφενδουράκης

Καθηγητής Οικολογίας και Βιοποικιλότητας

Τμήμα Βιολογικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Κύπρου

& Πρόεδρος Ομίλου Ανθρωπιστών Κύπρου

Ολοκληρώνουμε το ταξίδι μας στις συχνότερες περιπλανήσεις για την εξελικτική θεωρία με ζητήματα που αφορούν την κοινωνία μας και τις δικές μας αντιλήψεις. Εννοείται ότι υπάρχουν και άλλα επιμέρους στοιχεία της επιστημονικής ερμηνείας για την παρουσία και την ποικιλία της ζωής στη Γη που μπορεί να δημιουργούν δυσκολίες στην κατανόηση ή και παρανοήσεις, Αλλά είναι κυρίως τεχνικές λεπτομέρειες που αφορούν περισσότερο τους ειδικούς. Η κατανόηση όσων έχουμε πει σε αυτές τις ενότητες είναι αρκετή για να μπορούμε να καταλαβαίνουμε καλύτερα τον ζωντανό κόσμο γύρω μας και τη θέση μας σε αυτόν.

Η δαρβινική θεωρία στηρίζει ρατσιστικές και άλλες σκοτεινές θέσεις 

Ακούγεται συχνά πως ο δαρβινισμός έχει στενή ιδεολογική συγγένεια με τον ναζισμό και άλλες απάνθρωπες ιδεολογίες και πρακτικές. Αληθεύουν τέτοιου τύπου ισχυρισμοί; Η «επιβίωση του ισχυρότερου», όπως κάποιοι ερμήνευσαν τη θεωρία της φυσικής επιλογής παραμένει και σήμερα ως βασική παρανόηση στο μυαλό όσων υποστηρίζουν τη «φυσική τάξη των πραγμάτων», π.χ., στην οικονομία και κοινωνικά ζητήματα. Κάποιοι λένε μάλιστα ότι ο Δαρβίνος απλώς αντηχεί το πνεύμα του, αναδυόμενου εκείνη την εποχή, καπιταλισμού, Άλλοι, χωρίς απαραίτητα να θεωρούν τους εαυτούς τους ρατσιστές, πιστεύουν ότι κάποιες φυλές ανθρώπων είναι «κατώτερες» διανοητικά, ηθικά κ.λπ., λόγω της προέλευσής τους, δηλαδή εξαιτίας της δράσης της φυσικής επιλογής στους προγονικούς πληθυσμούς τους. 

Αν και ιδεολογίες που σήμερα ονομάζουμε ρατσιστικές και σεξιστικές κυριαρχούσαν ήδη πριν από την εμφάνιση του δαρβινισμού, όπως δραματικά μαρτυρούν η δουλεία και η θέση της γυναίκας στις περισσότερες κοινωνίες, κάποιοι πρώιμοι οπαδοί της θεωρίας του Δαρβίνου θεώρησαν ότι βρήκαν σε αυτή την επιστημονική τεκμηρίωση των σχετικών απόψεων. Το κίνημα της «ευγονικής», δηλαδή της επιλεκτικής αναπαραγωγής όσων διαθέτουν «καλά» χαρακτηριστικά, ή, αντίστοιχα, της θανάτωσης όσων φέρουν «κακά», σημείωσε μεγάλη άνθηση στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, βασιζόμενο σε ένα συνονθύλευμα δαρβινικών και ποικίλων άλλων ιδεών, αν και την επιλεκτική αναπαραγωγή είχε ήδη αναφέρει ο Πλάτων! Να σημειώσουμε ότι η «θετική ευγονική» (επιλεκτική αναπαραγωγή) είχε θεωρηθεί ανθρωπιστική και προοδευτική ιδέα, ακόμα και από σοσιαλιστές της εποχής, με όραμα τη δημιουργία μιας ανθρωπότητας από υγιείς, ευφυείς και κοινωνικά αλληλέγγυους ανθρώπους, σε μια κοινωνία ισότητας και συνεργασίας. Εντέλει, η εκδοχή που επικράτησε ήταν αυτή της «αρνητικής ευγονικής», δηλαδή η εξάλειψη όσων θεωρούνταν «κατώτεροι», με κορύφωση τη γενοκτονία Εβραίων και Ρομά από τους Ναζί. 

Βέβαια, ο Δαρβίνος διαφωνούσε ρητά με τη μεταφορά της φυσικής επιλογής στις ανθρώπινες κοινωνίες και αν μελετήσει κανείς προσεκτικά την ιστορία της ευγονικής, θα δει ότι οι περισσότεροι οπαδοί της δεν ήταν καν δαρβινιστές! Αντιθέτως, το κίνημα αυτό έχει στενότερη σχέση με την αντίληψη ότι το γενετικό υλικό καθορίζει πλήρως ή, έστω, σε μεγάλο βαθμό, τον φαινότυπο (δηλαδή, το πώς θα αναπτυχθεί το σώμα, η συμπεριφορά και οτιδήποτε δεν ανήκει στο ίδιο το γενετικό υλικό.), αντίληψη που αποκαλείται γενετικός ντετερμινισμός. Η δαρβινική θεωρία, όμως, δεν βασίζεται στον γενετικό ντετερμινισμό. Η φυσική επιλογή δρα μεν σε όσα χαρακτηριστικά έχουν γενετική βάση αλλά υπάρχει και πλήθος άλλων που δεν δέχονται τη δράση της. Επίσης, για να δράσει η φυσική επιλογή σε ένα χαρακτηριστικό δεν χρειάζεται να καθορίζεται πλήρως από το γενετικό υλικό. Αρκεί να έχει κάποια επίδραση που να κάνει έστω και μικρή διαφορά στην αναπαραγωγική.

Ένα συγγενικό κίνημα που συνδέθηκε με τον δαρβινισμό ήταν αυτό που ονομάστηκε «κοινωνικός δαρβινισμός». Η ιδέα αυτή προήλθε, κυρίως, από το έργο του πολυμαθούς φιλοσόφου, βιολόγου και κοινωνιολόγου Herbert Spencer, ο οποίος ασκούσε μεγάλη επιρροή στην ευρωπαϊκή σκέψη του 19ο αιώνα. Ο Spencer ανέπτυξε μια δική του θεωρία για την εξέλιξη της πολυπλοκότητας, ανεξάρτητα από τον Δαρβίνο, έχοντας ως βασικό πυλώνα την έννοια της προόδου. Η θεωρία του ήταν ένα μίγμα της παλαιότερης, εσφαλμένης, θεωρίας του Λαμάρκ και κάποιων ψηγμάτων της δαρβινικής. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι όταν ο Spencer πρότεινε τον όρο «επιβίωση του ικανότερου/καταλληλότερου» στον Δαρβίνο, αυτός έκανε το σφάλμα να τον υιοθετήσει από την 5η έκδοση της Καταγωγής των Ειδών. Αλλά υιοθέτησε μόνο το όνομα, όχι το περιεχόμενο του όρου! Σε κάθε περίπτωση, η θεωρία του Spencer που ονομάστηκε «κοινωνικός δαρβινισμός» βρίσκεται πίσω από την προσπάθεια να τεκμηριωθεί επιστημονικά ο ρατσισμός, αλλά και ο καπιταλισμός, οι κοινωνικές ανισότητες και αρκετές παρόμοιες ιδέες που θεωρούσαν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους ανθρώπους βασικό μοχλό κοινωνικής προόδου. 

Είναι σήμερα σαφές, πάντως, ότι η μόνη σχέση του με την εξελικτική θεωρία βρίσκεται στο ατυχές όνομα. Θα ήταν ορθότερο να μιλάμε για «σπενσερισμό», ώστε να αποφεύγεται η σύγχυση. Ο δαρβινισμός δεν απαιτεί τον ανταγωνισμό με την έννοια που δίνεται αυτός στις ανθρώπινες κοινωνίες και η φυσική επιλογή δεν αφορά τον «ικανότερο» αλλά όποιον καταφέρνει να αφήσει περισσότερους απογόνους στις εκάστοτε περιβαλλοντικές συνθήκες. 

Επιπλέον, όπως κάθε επιστημονική θεωρία, η εξελικτική θεωρία δεν διατυπώνει αξιολογικές προτάσεις. Έτσι, ακόμα κι αν είχαν (που δεν έχουν) βάση οι απόψεις του κοινωνικού δαρβινισμού για τον ρόλο του ανταγωνισμού και το ότι επιτυγχάνουν οι καλύτεροι στις κοινωνίες μας, αυτό δεν θα μπορούσε να σημαίνει ότι πρέπει και να είναι έτσι. Η επιστήμη δεν προτείνει τι πρέπει να συμβαίνει αλλά περιγράφει το τι συμβαίνει. 

Συναφής με αυτό είναι και η πλάνη που ταυτίζει το «φυσικό» με το «καλό». Η ταύτιση αυτή, συνήθως ενισχύεται και από τις τάσεις δαιμονοποίησης νέων τεχνολογιών ειδικά σε περιόδους έντονων αλλαγών. Είναι βέβαιο ότι πολλοί από εσάς αισθάνονται αυθόρμητα μια έλξη προς τις «φυσικές» τροφές, τα «φυσικά» φάρμακα και, γενικότερα, τη «φυσική» ζωή. Αν μελετήσει κανείς προσεκτικά τη φύση, όμως, πέρα από το πλήθος από δηλητήρια και επικίνδυνους οργανισμούς, θα συναντήσει ένα σωρό συμπεριφορές, πολλές από τις οποίες θα μας φαίνονταν απολύτως απαράδεκτες για τον άνθρωπο, όπως φυσικά και κάποιες ουδέτερες ή αποδεκτές. Μπορούμε να βρούμε παραδείγματα συνεργασίας, φροντίδας των μικρών, αλληλοβοήθειας κ.ά., αλλά ταυτόχρονα συναντάμε χιλιάδες παραδείγματα βρεφοκτονίας, αιμομιξίας, βιασμού, φόνου, δουλείας κ.λπ. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε είδος οργανισμού έχει εξελίξει τα δικά του χαρακτηριστικά και δεν έχει νόημα να αναζητά κανείς δικαίωση για αυτά σε άλλα είδη. Εννοείται, ότι η μελέτη της εξέλιξης της συμπεριφοράς σε όλους τους οργανισμούς μπορεί να εμπλουτίσει τις γνώσεις μας για το πώς φθάσαμε ως εδώ αλλά αυτό είναι άλλο θέμα. 

Από όλα τα παραπάνω, είναι σήμερα ξεκάθαρο ότι ο δαρβινισμός ούτε στηρίζει τον ρατσισμό ούτε θεωρεί τον ανταγωνισμό ανάμεσα στα άτομα ως κάτι «καλό». Αντιθέτως, η προσεκτική μελέτη της εξελικτικής πορείας μας βοηθά να κατανοήσουμε τις ρίζες και τον ρόλο της ποικιλότητας, δείχνοντας ότι ο ρατσισμός δεν έχει καμία επιστημονική βάση! Και, φυσικά, παραμένει ανοικτό το γενικότερο ερώτημα για τις πιθανές επιπτώσεις οποιασδήποτε επιστημονικής θεωρίας ή ανακάλυψης. Αυτό δεν αφορά ειδικά την εξέλιξη αλλά κάθε επιστημονικό πεδίο. Είναι, λοιπόν, καλύτερα να κρύβουμε την αλήθεια εάν δούμε πως αυτή μπορεί οδηγήσει σε σοβαρές κοινωνικοπολιτικές επιπτώσεις; Θα ήταν καλύτερα να μην μάθουμε για τις βασικές δυνάμεις και τη δομή των ατόμων επειδή η γνώση αυτή βοήθησε να κατασκευαστεί η ατομική βόμβα; Θα ήταν καλύτερα να σταματήσουμε την έρευνα στη γενετική μηχανική επειδή θεωρητικά θα ήταν δυνατή η κατά παραγγελία κατασκευή ανθρώπων; Οι σχέσεις επιστήμης και ιδεολογίας, επιστημονικής έρευνας και ηθικής, και γενικότερα επιστήμης και κοινωνίας, αποτελούν πολύ ενδιαφέρον πεδίο συζήτησης και επεξεργασίας αλλά δεν αφορούν ειδικά τη δαρβινική θεωρία, για να μην πούμε ότι την αφορούν πολύ λιγότερο από άλλες επιστημονικές θεωρίες. 

Ο δαρβινισμός υπερτονίζει τον ανταγωνισμό και υποτιμά τη συνεργασία

Όπως είπαμε παραπάνω, ο Δαρβίνος από μια στιγμή και μετά χρησιμοποίησε τη διατύπωση που πρότεινε ο Herbert Spencer για τη φυσική επιλογή, αναφέροντάς την ως «επιβίωση του καταλληλότερου». Είναι βέβαιο ότι δεν περίμενε πως αυτή η διατύπωση θα οδηγούσε σε μια από τις μεγαλύτερες παρανοήσεις της θεωρίας του. Ακόμα και σήμερα, πολλοί θεωρούν ότι η δαρβινική θεωρία περιγράφει έναν ατέρμονο αγώνα, μέσα από τον οποίον επιβιώνει όποιος είναι καλύτερος και ισχυρότερος. Είναι εύκολο να μεταφέρει κανείς την ιδέα αυτή και στην πολιτική, τη φιλοσοφία ή την κοινωνιολογία, λέγοντας, για παράδειγμα, ότι επιτυχημένοι οικονομικά ή κοινωνικά είναι όσοι επιλέγονται χάρη στις ικανότητές τους, ή ότι επικρατούν όσοι πολιτισμοί είναι ανώτεροι ή πιο «προσαρμοσμένοι». Η ίδια παρανόηση έκανε, άλλωστε, τον αναρχικό πρίγκηπα Κροπότκιν να προσπαθήσει να προτείνει μια θεωρία που βασίζεται στη συνεργασία και την αρμονία ανάμεσα στους οργανισμούς. 

Αν, όμως, εξετάσει κανείς προσεκτικότερα τη δαρβινική θεωρία, θα δει ότι φυσική επιλογή είναι απλώς η διαφορετική αναπαραγωγική αποτελεσματικότητα των ατόμων όσον αφορά τις κληρονομήσιμες διαφορές τους. Οι διαφορές αυτές μπορεί να οδηγούν σε διαφορετική ικανότητα αναπαραγωγής για διάφορους λόγους, όπως το ότι οι πόροι που χρειάζεται κάθε οργανισμός για να επιβιώσει και να αναπαραχθεί δεν είναι απεριόριστοι οπότε κάποια άτομα καταφέρνουν να τους εκμεταλλεύονται καλύτερα στις περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ζουν. Από μια οπτική γωνία, συνεπώς, η φυσική επιλογή είναι εξ ορισμού ανταγωνιστική διεργασία. Αν ένα άτομο ζευγαρώσει με έναν υγιέστερο και παραγωγικότερο σύντροφο, κάποια άλλα θα περιοριστούν σε κάποιον υποδεέστερο. Συνήθως, η φυσική επιλογή εξαλείφει τις πολύ προβληματικές μεταλλάξεις και δεν επιτρέπει να αναπτυχθούν τα έμβρυα που τις φέρουν, κάτι που από μια οπτική γωνία, είναι επίσης μια μορφή ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός αυτού του τύπου, όμως, δεν είναι αυτό που έχουν στο μυαλό τους οι περισσότεροι άνθρωποι όταν ασκούν τη παραπάνω κριτική, παρά αναφέρονται στην άμεση σύγκρουση ανάμεσα σε άτομα ή σε εγωκεντρικές συμπεριφορές που προβάλλουν το ατομικό συμφέρον απέναντι σε εκείνο της ομάδας. 

Στην επιστήμη της οικολογίας, ο όρος ανταγωνισμός χρησιμοποιείται για την αλληλεπίδραση που έχει ως αποτέλεσμα να υποστεί κάποιο πλήγμα η μέγιστη δυνατή αναπαραγωγική δυνατότητα και των δύο συμμετεχόντων, όπως όταν δύο αρσενικά ελάφια που τσακώνονται για ένα χαρέμι από θηλυκά τραυματίζονται. Είναι, επίσης, γνωστή και η αλληλεπίδραση που ωφελεί και δύο μέρη, η συνεργασία. Τέτοιες αλληλεπιδράσεις, μάλιστα, γνωρίζουμε πως έχουν παίξει καίριο ρόλο στην εξέλιξη της ζωής. Για παράδειγμα, κάποια πολύ σημαντικά όργανα μέσα στα κύτταρά μας  προέρχονται από τη συμβίωση δύο μονοκύτταρων οργανισμών πριν από πολλές εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια. Πολύ γνωστά, επίσης, είναι και τα παραδείγματα των ζώων με σύνθετη κοινωνική συμπεριφορά, όπως οι μέλισσες και τα μυρμήγκια, τα οποία έχουν σημειώσει τεράστια επιτυχία βασιζόμενα στη στενή συνεργασία. 

Ο Δαρβίνος, φυσικά, γνώριζε πολύ καλά τη σημασία της αμοιβαιότητας και της συνεργασίας αφού είχε ο ίδιος γράψει και ένα εξαιρετικό έργο πάνω στη σχέση των ορχιδέων με τους επικονιαστές τους, άλλο τυπικό παράδειγμα συνεργασίας, ανάμεσα σε διαφορετικά είδη μάλιστα. Ουδέποτε θεώρησε ότι υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στη θεωρία του και αυτές τις σχέσεις αμοιβαιότητας. Αντιθέτως, η εξέλιξη μέσω φυσικής επιλογής άνετα περιλαμβάνει και τη στενή συνεργασία ατόμων ή και ειδών, παρόλο που στον πυρήνα της συνεχίζει να υπάρχει κάποια μορφή ανταγωνισμού! Ο ανταγωνισμός όσον αφορά τη διαφορετική αναπαραγωγική ικανότητα των ατόμων δεν είναι αναγκαίο να εκδηλώνεται μέσα από ανταγωνισμό και στη συμπεριφορά. Υπάρχει ένα μεγάλο εύρος συνθηκών, στο οποίο το ατομικό αναπαραγωγικό «συμφέρον» (με την εξελικτική έννοια) εξυπηρετείται καλύτερα μέσα από τη συνεργασία με άλλους. 

Η εξέλιξη της συνεργασίας έχει μελετηθεί σε βάθος και έχει αποτελέσει σημαντικό κομμάτι της εξελικτικής θεωρίας. Ο αλτρουισμός που δείχνουν συχνά οι άνθρωποι, για παράδειγμα, είναι σημαντικός για τη διατήρηση της συνοχής των κοινωνιών και, συνήθως, είναι ειλικρινής για το άτομο που τον εκδηλώνει, παρόλο που από εξελικτική σκοπιά μπορεί να εξηγηθεί μέσα από πιο εγωιστικά κίνητρα, όπως η (μη συνειδητή) «αναμονή» ανταπόδοσης. Ακόμα και η αυτοθυσία μπορεί να εξηγηθεί με ανάλογο τρόπο, αφού πολλές από τις συμπεριφορές μας εξελίχθηκαν τη μακρά περίοδο που ζούσαμε σε μικρές ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών. Τότε, πολλά μέλη της ομάδας είχαν και γενετική συγγένεια, οπότε η αυτοθυσία μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα την αυξημένη αναπαραγωγή του θυσιαζόμενου με έμμεσο τρόπο, μέσα από την προστασία των συγγενών του με τους οποίους μοιράζεται πολλά ίδια γονίδια! Επιπλέον, η συμπεριφορά αυτή, από τη στιγμή που έχει εξελιχθεί ως δυνατότητα στην ψυχο-συναισθηματική μας συγκρότηση, εκδηλώνεται σήμερα και στις μεγαλύτερες ομάδες στις οποίες ζούμε. Παραμένει, βέβαια, σπάνια ώστε να κερδίζει τον θαυμασμό μας όποτε εκδηλώνεται!  

Ο «αγώνας για επιβίωση» που βρίσκεται πίσω από τη φυσική επιλογή, δεν εκδηλώνεται οπωσδήποτε μέσα από τον ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων. Η παρανόηση στην οποία υπέπεσε κι ο Κροπότκιν, είναι ότι η φυσική επιλογή είναι μεν διεργασία ανταγωνιστική όσον αφορά τη γενετική κληρονομιά κάθε ατόμου αλλά δεν απαιτεί και τον συμπεριφορικό ανταγωνισμό μεταξύ των ατόμων. Στα κοινωνικά είδη, όπως ο άνθρωπος, μάλιστα, η φυσική επιλογή ευνοεί σε μεγάλο βαθμό τη συνεργασία, την αμοιβαιότητα και τον αλτρουισμό μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Απλώς, οι άνθρωποι θα πρέπει να θεωρήσουν ως δική τους κοινωνία ολόκληρη την ανθρωπότητα και, για πρώτη φορά στην εξέλιξη της ζωής, να εργαστούν «για το καλό του είδους» ή, ακόμα πιο πρωτάκουστα, για το καλό των περισσότερων άλλων ειδών! 

Η θρησκεία είναι συμβατή με τον δαρβινισμό

Σχεδόν κάθε συζήτηση για την εξέλιξη καταλήγει στο ζήτημα της σχέσης της με τη θρησκεία ή ακόμα και με το ερώτημα για την ύπαρξη Θεού. Έχω συναντήσει ελάχιστους ανθρώπους που αμφισβητούν την εξέλιξη χωρίς να έχουν, τουλάχιστον στο πίσω μέρος του μυαλού τους, τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις. 

Είναι γνωστό ότι αρκετοί εξελικτικοί βιολόγοι ήταν και είναι θρήσκοι, από τον σπουδαίο Dobzhansky, έναν από τους αρχιτέκτονες της σύγχρονης εξελικτικής θεωρίας, έως τον Francisco Ayala που είχε μάλιστα χρισθεί και κληρικός για λίγο.  Επιπλέον, ο Πάπας Φραγκίσκος, σε μια προχωρημένη τοποθέτηση για θρησκευτικό ηγέτη, επίσης υποστήριξε ρητά τη συμβατότητα της θρησκείας με τη θεωρία της εξέλιξης. Έτσι, θα έλεγε κανείς ότι το ζήτημα έχει απαντηθεί με καταφατικό τρόπο, εκ των πραγμάτων. Αλλά ας το εξετάσουμε προσεκτικότερα.

Αρχικά, να τονίσουμε ότι το ερώτημα για την ύπαρξη Θεού δεν ταυτίζεται με το ερώτημα για την πίστη σε θρησκεία. Παρότι η δεύτερη προϋποθέτει την πίστη σε κάποιον Θεό ή «ανώτερη δύναμη», δεν ισχύει αναγκαστικά και το αντίστροφο. Θα μπορούσε, κάποιος, να δέχεται κάποια «ανώτερη δύναμη» ή Θεό χωρίς να προκύπτει από αυτό ότι υπάρχει απαίτηση να πιστεύει και σε αυτόν, πόσο μάλλον να εφαρμόζει και ένα σύνολο κανόνων και τελετουργικών, ή να δέχεται την ύπαρξη και «συνοδών» οντοτήτων, όπως οι άγγελοι, ή και εννοιών, όπως η μετά θάνατον ζωή. Οι περισσότεροι άνθρωποι, βέβαια, συνδέουν στενά αυτές τις δύο σκέψεις. Αλλά αν προσπαθήσει κανείς να εξετάσει λεπτομερώς τις απόψεις των περισσότερων θρησκευόμενων επιστημόνων, καθώς και αρκετών άλλων ανθρώπων, θα διαπιστώσει ότι περισσότερο υιοθετούν μια δική τους ερμηνεία της θρησκείας τους παρά ακολουθούν τα όσα αυτή περιλαμβάνει. Αλλά ας προσπεράσουμε το ζήτημα των επιμέρους απόψεων.

Είναι πολύ διαδεδομένη η άποψη ότι επιστήμη και θρησκεία ασχολούνται με διαφορετικά ζητήματα, ότι αποτελούν μη επικαλυπτόμενες δραστηριότητες του ανθρώπινου πνεύματος. Ας δούμε, λοιπόν, τι αφορά η θρησκεία, αφού για την επιστήμη έχουμε ήδη πει αρκετά. Όλες οι γνωστές θρησκείες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τρεις βασικές συνιστώσες: την οντολογική, την ηθική και την πολιτική. 

Καταρχάς, όλες οι θρησκείες έχουν στη βάση τους κάποια εξήγηση του κόσμου και της δημιουργίας του. Πολύ δύσκολα θα βρει κανείς θρησκεία που να μην έχει έναν «μύθο» για τη δημιουργία του κόσμου και, κυρίως, του ανθρώπου, ο οποίος αποτελεί και το κορυφαίο προϊόν της δημιουργίας. Φυσικά, δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς τον ρόλο της επιστήμης στο πεδίο αυτό! Έτσι, από τη στιγμή που η εξελικτική θεωρία περιγράφει όλη την πορεία της ζωής μέχρι σήμερα, μένει μόνο να δεχθούμε ότι ο όποιος «δημιουργός» έδωσε τις ικανές και αναγκαίες συνθήκες για την εμφάνιση της ζωής, αφήνοντάς την έκτοτε στην τύχη της. Αυτό δημιουργεί πολλά άλλα ερωτήματα, όμως. Σε ποιο στάδιο της εμφάνισης της ζωής συνέβη η παρέμβαση; Όταν υπήρχαν μόνο ανόργανες ενώσεις, αφού σχηματίστηκαν τα πρώτα οργανικά μόρια, τα ένζυμα, τα κύτταρα ή μετά; Το ερώτημα αυτό δεν είναι αμελητέο, αφού η επιστήμη διαθέτει καλές θεωρίες για κάθε τέτοιο στάδιο που δεν απαιτούν κάποια άγνωστη, υπερφυσική δύναμη. 

Αλλά, ακόμα κι αν προσπεράσουμε αυτό το πρόβλημα, αν δεχθούμε αυτή τη θεώρηση, θα οδηγηθούμε στο αναπόφευκτο ερώτημα περί της αναγκαιότητας για εμφάνιση του ανθρώπου. Πολύ δε περισσότερο στο ερώτημα γιατί να είναι σημαντική η «λατρεία» μιας τέτοιας θεότητας, η εκδήλωση «πίστης» σε αυτή, η ανάπτυξη τελετουργικών κ.λπ. Μια τέτοια υπόθεση, εάν μπορούσε κανείς να την στηρίξει επαρκώς, θα σήμαινε αυτομάτως την κατάργηση κάθε οργανωμένης θρησκείας!    

Κάθε θρησκεία, επίσης, υποστηρίζει ότι προσφέρει το στήριγμα για τους ηθικούς κανόνες και τις ηθικές αξίες που οφείλουμε να ακολουθούμε, το οποίο δεν είναι άλλο από τη θεϊκή τους προέλευση. Προκύπτει, έτσι, το ερώτημα εάν οι ηθικές αρχές όντως πηγάζουν από κάποια υπερφυσική αρχή. Αν όχι, η θρησκεία δεν μπορεί να θεωρηθεί πεδίο προνομιακό για την ηθική καθοδήγηση των ανθρώπων. Από την επιστήμη της εξελικτικής βιολογίας, έχουμε μάθει ότι οι ρίζες της ηθικής βρίσκονται στο εξελικτικό μας παρελθόν, αφού ψήγματα ηθικών κανόνων έχουν και ορισμένα άλλα κοινωνικά ζώα, όπως οι πολύ στενοί συγγενείς μας, οι χιμπαντζήδες. Επίσης, η ψυχολογία μας δείχνει ότι πολλές ηθικές αρχές έχουν εγγενή χαρακτήρα και δεν είναι αποτέλεσμα μάθησης! Για παράδειγμα, η απέχθεια προς την αιμομιξία και προς την εξαπάτηση φαίνεται πως είναι εγγεγραμμένες στην κληρονομούμενη συμπεριφορά μας. 

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η προέλευση και η εξέλιξη της ηθικής είναι νόμιμο αντικείμενο της επιστημονικής έρευνας και, σήμερα, ουδείς σοβαρός ερευνητής στον χώρο αυτόν δεν θεωρεί πως οι ηθικές αρχές δόθηκαν από κάποια εξωτερική δύναμη. Κατά συνέπεια, η βαρύτητα της ηθικής συνιστώσας της θρησκείας δεν φαίνεται να είναι και πολύ μεγάλη. Αντιθέτως, τα παραδείγματα «ανήθικων» εκδηλώσεων εκ μέρους των θρησκειών, όπως η δουλεία, οι σταυροφορίες, οι σφαγές αλλοθρήσκων κ.λπ., είναι πολλά και γνωστά. Επίσης, οι άνθρωποι που δεν θρησκεύονται δεν είναι λιγότερο ηθικοί από τους θρησκευόμενους. Κάποιες έρευνες δείχνουν μάλλον το αντίθετο, αλλά αρκεί να μην υπάρχει διαφορά. Πάντως, η γνωστή φράση «χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται» φαίνεται ότι δεν δικαιώνεται από την ιστορία αφού μάλλον το αντίστροφο συμβαίνει: για τους φανατικούς πιστούς, επιτρέπονται όλα ενάντια στους «άπιστους».

Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η θρησκεία είναι ένας θεσμός με σημαντικό ιστορικό ρόλο σε όλες τις κοινωνίες που γνωρίζουμε. Πολύ συχνά η αφοσίωση στη θρησκεία είναι ισχυρότερη από εκείνη στη φυλή, την πατρίδα ή ακόμα και την οικογένεια. Ο ρόλος αυτός δεν ήταν δευτερεύων ή συμπτωματικός, αφού κάθε θρησκεία προσπαθεί να δίνει οδηγίες στους πιστούς της για τον τρόπο ζωής τους και συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με την πολιτική εξουσία. Όπως κάθε κοινωνικοπολιτικός θεσμός, οι θρησκείες είναι ό,τι έχει όντως υπάρξει στην ιστορία και όχι κάτι ιδεατό που, «δυστυχώς», οι ανθρώπινες ατέλειες δεν άφησαν να υπάρξει όπως έπρεπε, όπως επιτάσσει το πραγματικό κήρυγμά τους. Αν δεν είναι έτσι, ας καλέσουμε όλους τους πραγματικούς πιστούς να αποκηρύξουν τις στρεβλές εκδοχές της θρησκείας τους.

Επιστρέφοντας στη σχέση της θρησκείας με την επιστήμη στο πεδίο της εξουσίας, θα πρέπει να διαπιστώσουμε ότι, χάρη στην επιστήμη, είμαστε πια σε θέση να κατανοήσουμε καλύτερα τις βαθύτερες ρίζες της κοινωνικής και της ατομικής μας συμπεριφοράς και να εγκαταλείψουμε τον παρωχημένο φυλετισμό. Παράλληλα, βέβαια, η επιστήμη συμμετέχει στη σημερινή εξουσία είτε μέσα από την τεχνολογία είτε και μέσα από αυτή καθαυτή τη γνώσης που προσφέρει. Ας σκεφθούμε ζητήματα όπως η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή πολιτική, η διατροφή και η δημόσια υγεία, όλα από τα οποία οδηγούν σε σημαντικές πολιτικές που βασίζονται ή/και καθοδηγούνται από επιστημονικές ανακαλύψεις και συμβουλές. Εν ολίγοις, τόσο η θρησκεία όσο και η επιστήμη κινούνται στην επικράτεια της πολιτικής, διεκδικώντας ρόλους που όχι σπάνια έρχονται σε άμεση σύγκρουση, όπως, ας πούμε, στο θέμα των αμβλώσεων. 

Αλλά, σε μια γενικότερη θεώρηση, ας σκεφθούμε τι είναι στ’ αλήθεια η θρησκεία για τους ανθρώπους. Εάν από μια θρησκεία αφαιρέσουμε τα διάφορα ερμηνευτικά σχήματα, όπως ο δημιουργός-Θεός, οι άγιοι-προστάτες, τα θαύματα, η μετάνοια, η μετά θάνατον ζωή, ή τον ρόλο της ως πηγή ηθικών κανόνων, πόσοι άνθρωποι θα την αναγνωρίζουν πια; Πόσοι είναι διατεθειμένοι να δεχθούν μια τέτοια απογύμνωση; Κάθε πραγματική θρησκεία, λοιπόν, έχει ανάγκη την οντολογία της, η οποία γνωρίζουμε καλά πλέον ότι είναι παντελώς εσφαλμένη! Κάθε πραγματική θρησκεία έχει ανάγκη τους ηθικούς κανόνες που πηγάζουν από τον κεντρικό της δογματικό πυρήνα, οι οποίοι και πάλι, όμως, γνωρίζουμε ότι προέρχονται από την εξελικτική και κοινωνική μας ιστορία. Στα δημοκρατικά κράτη, τουλάχιστον, τους θεσπίζουμε πλέον ρητά μέσα από καθαρά κοσμικές διαδικασίες!

Εν κατακλείδι, για να είναι συμβατή η θρησκεία με τον δαρβινισμό (αλλά και την επιστήμη γενικότερα) θα πρέπει να απογυμνωθεί από πολύ κομβικά της χαρακτηριστικά, όπως η ερμηνεία της προέλευσης του κόσμου, η πίστη σε μετά θάνατον ζωή (ή, έστω, σε κάποια άυλη ζωική ενέργεια) και η ανάγκη εκδήλωσης πίστης ή λατρείας σε κάποια υπερφυσική οντότητα. Αλλά τότε, τι μένει; Ο καθένας ας απαντήσει μόνος του.

Η εξελικτική θεωρία είναι απελευθερωτική, μας βοηθά να καταλάβουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και τον κόσμο γύρω μας, προσφέρει εργαλεία για να βελτιώσουμε τις κοινωνίες μας και συνιστά μια από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις του ανθρώπινου πνεύματος. Αρκεί να την μελετήσουμε προσεκτικά, να διαλύσουμε τις παρανοήσεις και να έχουμε ανοικτό μυαλό στις προκλήσεις που φέρνει.

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 1ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 2ο)

Παρανοήσεις της εξελικτικής θεωρίας (μέρος 3ο)